ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ ΛΙΘΙΝΟΥ

 

         Το Λίθινο (Τοπική Κοινότητα Λιθίνου - Δημοτική Ενότητα ΖΙΤΣΑΣ), ανήκει στον δήμο ΖΙΤΣΑΣ της Περιφερειακής Ενότητας ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ που βρίσκεται στην Περιφέρεια Ηπείρου, σύμφωνα με τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε με το πρόγραμμα “Καλλικράτης”.

        Η επίσημη ονομασία είναι “το Λίθινον”. Έδρα του δήμου είναι η Ελεούσα και ανήκει στο γεωγραφικό διαμέρισμα Ηπείρου.

        Κατά τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας με το σχέδιο “Καποδίστριας”, μέχρι το 2010, το Λίθινο ανήκε στο Τοπικό Διαμέρισμα Λιθίνου, του πρώην Δήμου ΖΙΤΣΑΣ του Νομού ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ.Το Λίθινο έχει υψόμετρο 294 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας,

         Προέρχεται από το επίθετο λίθινος κατά παράλειψη του ουσιαστικού γεφύρι, που προσδιόριζε. Είναι η άγνωστη Ήπειρος, η περιοχή που δεν είναι ευρύτερα γνωστή, αν και δεν έχειτίποτα να ζηλέψει από την υπόλοιπη. Το Λίθινο, με τα παραδοσιακά πέτρινα σπίτια του, η ιστορική Μονή των Πατέρων, ο ποταμός Θύαμις ή Καλαμάς, συνθέτουν ένα τοπίο ασύλληπτης ομορφιάς.

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

         Η ιστορία του χωριού ξεκινάει από παλιά, ίσως πριν την τουρκοκρατία, τις πρώτες πάντως γραπτές μαρτυρίες τις βρίσκουμε σε κείμενα της μονής Μονή Πατέρων (16ος αιώνας) . Η ονομασία Μονή των Πατέρων προέρχεται από τους ασκητές – πατέρες που ζούσαν σε μικρά σπήλαια, ασκηταριά, στηγύρω περιοχή και επειδή είναι αφιερωμένη στην Παναγία ονομάζεται και Παναγία των Πατέρων. Η μονή Πατέρων χτίστηκε το 1590 (επιγραφή στο Νότιο τοίχο). Το καθολικό καιο νάρθηκας είναι γεμάτα με τοιχογραφίες χρονολογίας 1631. Ήταν πλούσιο μοναστήρι, και είχε μετόχια στη Ρωσία και στη Ρουμανία. ενώ έγραφες αναφορές μαρτυρούν την πλούσια οικονομική και πνευματική δράση της. Λέγεται ότι ο σημερινός καθεδρικός ναός του Βουκουρεστίου ήταν το τεσσαρακοστό μετόχιτης μονής με την ονομασία <<Σαραντάριον>>. Υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες ότι τη Μονή τη χρηματοδοτούσαν τόσο ο τσάρος της Ρωσίας Αλέξιος Μιχαήλοβιτς, όσο και ο πατριάρχης της Ρωσίας Νίκων. Σύμφωνα με μαρτυρίες η Μονή ιδρύθηκε αρχικά στην αριστερή όχθη του Καλαμά, στη θέση που σώζεται σήμερα το παρεκκλήσι του Αγ. Αθανασίου, στησυνέχεια μεταφέρθηκε στην απέναντι όχθη κοντά στο Θεογέφυρο, στη θέση του ναού Αγ. Νικολάου. Η σημερινή της μορφή είναι αποτέλεσμα ποικίλων επεμβάσεων. Περιβάλλεται από δύο περιβόλους με έντονο φρουριακό χαρακτήρα που σώζονται σήμερα σεερειπώδη κατάσταση. Τα διώροφα, ερειπωμένα συγκροτήματα κελιών και οι βοηθητικοί χώροι κτίσθηκαν σε διάφορες εποχές. Τα κελιά της δυτικής πτέρυγας έγιναν το 1848, σύμφωνα με πλίνθινη επιγραφή. Παλιότερο θεωρείται το νότιο συγκρότημα. Το κωδωνοστάσιο βρίσκεται ανατολικά του Καθολικού και κτίσθηκε το1850 . Η πρόσβαση στη Μονή γίνεται από τη δυτική πλευρά. Η είσοδος διαμορφώνεται με τοξωτό πλαίσιο. Το καθολικό κτίστηκε πιθανόν το 1590, σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή στο νότιο τοίχο του ναού. Στο αρχιτεκτονικό του σχέδιο συνδυάζονται με τον τετρακιόνιο σταυροειδή εγγεγραμμένο τύπο (δηλ. είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με πλάγιους χορούς). Υπάρχει επίσης νάρθηκας(ενιαίος με τον κυρίως ναό) και μεταγενέστερος εξωνάρθηκας.

        Στο εσωτερικό οι τοιχογραφίες σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση. Το 1631αγιογραφήθηκε ο τρούλος του καθολικού με δαπάνη των ιερομόναχων Καλλίστου και Σταύρου και πιθανόν την ίδια χρονιά ή λίγο αργότερα, ολοκληρώθηκε η αγιογράφηση του υπόλοιπου ναού. Το 1676 επισκευάσθηκε η καμάρα πιθανόν και η στέγη από τον “κυρ Λεοντάρη”, σύμφωνα με χάραγμα. Μπαίνοντας στο κυρίως Μοναστήρι, πάνω από την εντυπωσιακή είσοδο βλέπουμε την <<καταχύστρα>>, μια οπή στο κέντρο του τόξου απ’ όπου οι μοναχοί έριχναν καυτό λάδι η καυτό νερό στους εισβολείς, και μετά την είσοδο αριστερά και δεξιά βρίσκονται τα ερειπωμένα κελιά. Ο ναός έχει αγιορείτικο τύπο σε συνδυασμό με σταυροειδή εγγεγραμμένο. Οι περισσότερες εικόνες και το ξυλόγλυπτο τέμπλο έχουν συντηρηθεί και φυλάσσονται από την 8η Εφορία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, οι σημαντικές τοιχογραφίες όμως έχουν αφεθεί στηφθορά του χρόνου.

        Το ξυλόγλυπτο τέμπλο είναι επιχρυσωμένο και χρονολογείται στο 17ο αι. Τα αποστολικά ζωγραφίστηκαν το 1680 από το Ζιτσαίο ζωγράφο Δημήτριο επίηγουμενίας Φιλοθέου. Οι περισσότερες δεσποτικές εικόνες είναι έργα του 1857.Παλαιότερες σημαντικές εικόνες της Μονής φυλάσσονται σήμερα στο παρεκκλήσιτου Μητροπολιτικού μεγάρου. Σε μικρή απόσταση υπάρχει λόφος με σπηλιές που χρησιμοποιούνταν ως ασκηταριά. Μετά το 1910 η μονή διαλύεται και σιγά- σιγά καταρρέουν τα κελιά.

        Στην περιοχή γύρω απ’ τη Μονή των Πατέρων υπήρχαν πολλά μικρά σπήλαια , όπου σύμφωνα με τις παραδόσεις αναπτύχθηκε ο ασκητισμός. Μέχρι σήμερα έχει βρεθεί και μελετηθεί μόνο ένα , το σπήλαιο των Πατέρων από της σπηλαιολόγο Α. Πετροχείλου. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της επιστημονικής ομάδας πρόκειται μάλλον για παλιά κοίτη του Καλαμά που περνούσε μέσα από έναν λαβύρινθο υπογείων διακλαδώσεων. Για να μπούμε στο σπήλαιο περνάμε από την είσοδο και το διάδρομο που έχουν ανοίξει οι σπηλαιολόγοι για ευκολότερη πρόσβαση στο Θάλαμο με τους σταλακτίτες. Η κεντρική αίθουσα έχει μήκος 20 μέτρα και καλύπτει έκταση 200τ.μ. και είναι πλούσια σε διακόσμηση με παλαιότατους και ογκώδεις σταλακτίτες που σχεδόν αγγίζουν το δάπεδο. Η σπηλαιολόγος παρατηρεί στη μελέτη της που δημοσιεύτηκε στο δελτίο της Ελληνικής Σπηλαιολογικής Εταιρίας πως σε αρκετή έκταση βορειοδυτικά του σπηλαίου εντοπίστηκαν πολλές μικρές καταβόθρες. Η A. Πετροχείλου διατυπώνει την εκτίμηση ότι άλλοτε η περιοχή αυτή καλύπτετο από τα νερά του Καλαμά ο οποίος αφού διάνοιξε βαθύτερη κοίτη, σταμάτησε να τροφοδοτεί τις καταβόθρες, οι οποίες στη συνέχειαδιακοσμήθηκαν από σταλακτίτες και σταλαγμίτες.

       Θεογέφυρο        

         Το Θεογέφυρο είναι ένα φυσικό γεφύρι στην περιοχή της Ζίτσας. Από τα σπάνια γεωλογικά φαινόμενα, έργο των ορμητικών νερών του Καλαμά. Έχει μήκος περίπου45 μέτρα, πλάτος 3-4 μέτρα και βρίσκεται 20 περίπου μέτρα πιο ψηλά από τα νερά του ποταμού. Γεφύρι φτιαγμένο από τον Θεό. Έτσι το αποκαλούσαν ανέκαθεν οι κάτοικοι της περιοχής, αλλά κι οι ιστορικοί. Το σχήμα του τοξωτό, ίδιο μ’ αυτό που το ανθρώπινο χέρι έχει δώσει στα διάφορα πέτρινα γεφύρια. Με την διαφορά ότι η φύση στην προκειμένη περίπτωση, περιορίσθηκε στο να δώσει ένα βασικό σχήμα στο γεφύρι. Το γεφύρι αυτό υπήρξε πηγή έμπνευσης για το Χρυσάνθη Ζιτσαία που το1956 έγραψε και δημοσίευσε «Το θρύλο του Θεογέφυρου».

Δημοτική Ενότητα: 

Τοποθεσία: 

Πηγή: 

Δήμος Ζίτσας

Δημιουργός: 

ΥΠΟΕΡΓΟ 1 «ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ & ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ & ΠΑΡΟΧΗΣ ΕΞΑΤΟΜΙΚΕΥΜΕΝΩΝ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ» της Πράξης «ΠΥΛΗ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΡΟΣΩΠΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΠΑΡΕΛΘΟΝ – ΠΑΡΟΝ & ΜΕΛΛΟΝ»

Δικαιώματα: 

Δήμος Ζίτσας